indestructible - ορισμός. Τι είναι το indestructible
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι indestructible - ορισμός

PÁGINA DE DESAMBIGUACIÓN DE WIKIMEDIA

indestructible         
adj.
Que no se puede destruir.
indestructible         
indestructible adj. Aplicado generalmente a cosas no materiales, imposible de destruir: "Una paz indestructible". *Firme.

Βικιπαίδεια

Indestructible

Indestructible significa incapaz de ser destruido o descompuesto, es decir, que no hay manera de disolverlo o eliminarlo. También puede referirse a:

  • Indestructible (álbum de Rancid), un álbum de Rancid del año 2003.
  • Indestructible (álbum de Disturbed), un álbum de Disturbed del año 2008.
  • Indestructible, una canción de Disturbed del disco del mismo nombre.
  • Indestructible (álbum de Funky), quinto álbum de estudio del rapero Funky del año 2015.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για indestructible
1. Jugaba contra un tenista con una fortaleza mental indestructible.
2. Culmina así el desmoronamiento de un régimen militarizado que llegó a parecer indestructible.
3. Hasta los 2' años fue indestructible ante el alcohol, la cortisona y las patadas.
4. Los aventureros tienen Armor 1'00, de Otterbox (115 euros; www.proporta.es), una carcasa casi indestructible y sumergible a 30 metros.
5. Y Federer, el campeón indestructible, homenajeaba así a Darth Vader, el malo malísimo de La Guerra de las Galaxias.
Τι είναι indestructible - ορισμός